ΤΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ

ΤΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ

Ορισμός
Το απαρέμφατο είναι άκλιτος ονοματικός τύπος του ρήματος.
Ως ρηματικός τύπος ακολουθεί την ίδια σύνταξη με το αντίστοιχο ρήμα από το οποίο προέρχεται, έχει χρόνους και διαθέσεις και δέχεται επιρρηματικούς προσδιορισμούς, ενώ ως ονοματικός τύπος μπορεί να εκφέρεται με το ουδέτερο άρθρο κάθε πτώσης.

ΕΙΔΗ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟΥ

Το απαρέμφατο ως προς τη μετάφρασή του διακρίνεται σε:
α) ειδικό: μεταφράζεται με το ότι, πως και αντιστοιχεί με δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση και
β) τελικό: μεταφράζεται με το να και αντιστοιχεί με πρόταση επιθυμίας.
Σημείωση:
Το ειδικό απαρέμφατο δέχεται άρνηση οὐ ενώ το τελικό δέχεται άρνηση μή.

Επιπλέον το απαρέμφατο διακρίνεται σε:
α) έναρθρο, αν παίρνει άρθρο, οπότε και αντιστοιχεί με όνομα ουσιαστικό, και
β) άναρθρο, αν δεν παίρνει άρθρο.


Το έναρθρο απαρέμφατο

Το έναρθρο απαρέμφατο μπορεί να λειτουργεί ως:
υποκείμενο:
σε ρήματα προσωπικά και συχνά στο συνδετικό ρήμα ἐστί

π.χ. Τὸ λακωνίζειν ἐστὶ φιλοσοφεῖν (= ο λακωνισμός είναι φιλοσοφία)

αντικείμενο:
σε οποιοδήποτε ρήμα ή ρηματικό τύπο στην αντίστοιχη πλάγια πτώση στην οποία τίθεται το αντικείμενό του

π.χ. Τὸ ἐλθεῖν τοῦτον οἶμαι (= νομίζω ότι αυτός ήρθε)

ονοματικός ομοιόπτωτος προσδιορισμός (επεξήγηση):
σε οποιοδήποτε όνομα γενικής σημασίας και ειδικότερα στο ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας

π.χ. Τοῦτό ἐστι τὸ ἀδικεῖν, τὸ πλέον τῶν ἄλλων ζητεῖν ἔχειν.
(= αυτό είναι το να αδικείς, το να επιζητείς δηλαδή να έχεις περισσότερα από τους άλλους)

ονοματικός ετερόπτωτος ή επιρρηματικός προσδιορισμός:
σε γενική:
αντικειμενική, αξίας, αιτίας, συγκριτική, διαιρετική, του σκοπού

π.χ. Ἐπιθυμία τοῦ πιεῖν (= επιθυμία του ποτού)

σε δοτική:
αντικειμενική, αναφοράς, αιτίας, τρόπου ή μέσου

π.χ. Ἡ βασιλέως ἀρχὴ τῷ διεσπάσθαι τὰς δυνάμεις ἀσθενὴς [ἦν].
(= η εξουσία του βασιλιά εξαιτίας της διάσπασης των δυνάμεων εξασθενημένη ήταν)

σε αιτιατική:
της αναφοράς, του αποτελέσματος

π.χ. Τὸ δὲ βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀμήχανος.
(= είμαι ανήμπορη να δρω αντίθετα με τη βούληση των πολιτών)

επιρρηματικός εμπρόθετος προσδιορισμός:
ακολουθώντας πρόθεση και δηλώνοντας επιρρηματική σχέση.

π.χ. Ἀντὶ τοῦ πόλις εἶναι φρούριον κατέστη.
(= αντί να είναι πόλη έγινε φρούριο)

Το άναρθρο απαρέμφατο

Το άναρθρο απαρέμφατο λειτουργεί ως:
υποκείμενο:
σε απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις

π.χ. Οἷς κόσμος [ἐστὶ] καλῶς τοῦτο δρᾶν.
(= για τους οποίους είναι τιμή να κάνουν τέτοιες πράξεις επιδέξια)

αντικείμενο:
ειδικό απαρέμφατο ως αντικείμενο παίρνουν τα εξής ρήματα:
  • λεκτικά: λέγω, φημί, ὁμολογῶ, ἀκούω, ἀρνοῦμαι, ἐγγυῶμαι, πυνθάνομαι (= πληροφορούμαι)
  • δοξαστικά: δοκῶ, ἡγοῦμαι(= θεωρώ), νομίζω, λογίζομαι, οἴομαι και οἶμαι (= νομίζω), εἰκάζω, κρίνω

    π.χ. Ἠπείλησαν ἀποκτεῖναι ἅπαντας (= απείλησαν ότι θα τους σκότωναν όλους)
τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο παίρνουν τα εξής ρήματα:
  • βουλητικά, δηλαδή όσα σημαίνουν επιθυμία:
    βούλομαι, ἐπιθυμῶ, εὔχομαι, ἀξιῶ, προθυμοῦμαι, δέομαι, ἐφίεμαι (= επιθυμώ),
    ὀρέγομαι, ζητῶ, ποθῶ, ἱκετεύω, ὀκνῶ, εὐλαβοῦμαι, ἐθέλω και θέλω
  • προτρεπτικά:
    κελεύω, λέγω (= διατάζω), παραινῶ, πείθω (= προσπαθώ να πείσω),
    κηρύττω, συμβουλεύω, προτρέπω
  • απαγορευτικά και τα αντίθετά τους:
    ἀπαγορεύω, κωλύω, ἐῶ (= αφήνω, επιτρέπω)
  • όσα σημαίνουν αποφασίζω ή σκέφτομαι να..:
    βουλεύομαι (= σκέπτομαι), γιγνώσκω (= αποφασίζω),
    ἐπιβουλεύω (= σκέφτομαι να βλάψω), ψηφίζομαι (= αποφασίζω), μελετῶ (= φροντίζω να...)
  • δυνητικά και όσα έχουν παρόμοια σημασία:
    δύναμαι, ἔχω (= δύναμαι), μανθάνω, ἐθίζω, οἶδα (= γνωρίζω ή είμαι ικανός),
    πέφυκα, ποιῶ (= γίνομαι αιτία), καθίστημι, διαπράττομαι, κατεργάζομαι,
    κατασκευάζω, πειρῶμαι, ἐπίσταμαι (= γνωρίζω ή είμαι ικανός)

    π.χ. Ἑβουλεύοντο ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν (= ήθελαν να εγκαταλείψουν την πόλη)

κατηγορούμενο:
κυρίως ως κατηγορούμενο σε έναρθρο απαρέμφατο

π.χ. Τὸ δὲ λέγειν δή ἐστιν εἴρειν.
(= το να μιλάει κανείς είναι το ίδιο με το να βάζει τις λέξεις σε μια σειρά)

ονοματικός ομοιόπτωτος προσδιορισμός (επεξήγηση):
σε οποιοδήποτε όνομα ή επίρρημα γενικής σημασίας και ειδικότερα στο ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας

π.χ. Εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης.
(= ένα είναι το καλύτερο προφητικό σημάδι, το να μάχεται, δηλ. κανείς για την πατρίδα του)

προσδιορισμός της αναφοράς:
συνήθως με τα επίθετα ἀγαθός, ἱκανός, δεινός, ἄξιος, χαλεπός, δυνατός, ἐπιτήδειος, ἡδύς, ἕτοιμος, χρήσιμος κ.α.

π.χ. Δεινός λέγειν, ἱκανός ὁρᾶν.
(= τρομερός στο να μιλά, ικανός στο να κοιτά)

προσδιορισμός του σκοπού ή του αποτελέσματος:
είναι το απαρέμφατο που δηλώνει σκοπό ή αποτέλεσμα και ακολουθεί ρήματα που δηλώνουν κίνηση ή ενέργεια ώστε να εκφράσει τον σκοπό ή το αποτέλεσμα αντίστοιχα της ενέργειας αυτής. Τέτοια ρήματα είναι τα: βαίνω, ἥκω, φέρω, καταλείπω, αἱροῦμαι, δίδωμι, ἐφίστημι, τάττω, πέμπω, ἔρχομαι, κατεργάζομαι κ.α.

π.χ. Λακεδαιμόνιοι ἔδοσαν Αἰγηνήταις Θυρέαν οἰκεῖν.
(= οι Λακεδαιμόνιοι έδωσαν στους Αιγινήτες τη Θυρέα για να κατοικούν)


Το απόλυτο απαρέμφατο 

Είναι το απαρέμφατο το οποίο δεν εξαρτάται από κανέναν όρο της πρότασης στην οποία βρίσκεται και χρησιμοποιείται σε στερεότυπες εκφράσεις, όπως:
  • ἑκών εἶναι (= εκούσια, οικειοθελώς)
  • ὀλίγου δεῖν ή μικροῦ δεῖν (= λίγο λείπει, σχεδόν)
  • ὡς ἔπος εἰπεῖν (= για να μιλήσω έτσι, περίπου)
  • ὡς εἰρῆσθαι (= όπως το λέει ο λόγος)
  • ὡς ἐμοί δοκεῖ (= όπως νομίζω)
  • πολλοῦ δεῖν (= απέχει πολύ)
  • κατὰ τοῦτο εἶναι (= ως προς αυτό)
  • ὡς ἁπλῶς/συντόμως/συνελόντι εἰπεῖν (= για να μιλήσω απλά, γενικά)

Άναρθρο απαρέμφατο αντί προστακτικής (σπάνιο) 

Δεν εξαρτάται από πουθενά αλλά αντικαθιστά μια προστακτική, άρα στηρίζει μια κύρια πρόταση επιθυμίας.

π.χ. Ὧ ξεῖν', ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι.
(= διαβάτη , πες στους Λακεδαιμονίους ότι σε αυτήν εδώ τη γη είμαστε θαμμένοι υπακούοντας στους νόμους τους)

ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟΥ

Ταυτοπροσωπία:
λέγεται η σύνταξη του απαρεμφάτου κατά την οποία το υποκείμενο του απαρεμφάτου ταυτίζεται, δηλαδή είναι ίδιο με αυτό του ρήματος από το οποίο εξαρτάται και επομένως τίθεται σε πτώση ονομαστική

π.χ. Οἱ Βοιωτοὶ ἀπειλοῦσιν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν Ἀττικήν.
(= οι Βοιωτοί απειλούν ότι θα εισβάλουν στην Αττική)

Ετεροπροσωπία:
λέγεται η σύνταξη του απαρεμφάτου κατά την οποία το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι διαφορετικό από αυτό του ρήματος από το οποίο εξαρτάται και τότε το υποκείμενο του απαρεμφάτου τίθεται σε πτώση αιτιατική

π.χ. Τόν καλόν κἀγαθόν ἄνδρα εὐδαίμονα εἶναι φημί.
(= θεωρώ ότι ο καλός και αγαθός άνδρας είναι ευτυχής)

Σημειώσεις:
  1. Tο κατηγορούμενο και οι ομοιόπτωτοι προσδιορισμοί του υποκειμένου του απαρεμφάτου ακολουθούν την ίδια πτώση αναλόγως την περίπτωση. Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση ταυτοπροσωπίας τίθενται σε ονομαστική, ενώ σε περίπτωση ετεροπροσωπίας τίθενται σε πτώση αιτιατική.
  2. Στην περίπτωση απρόσωπης σύνταξης έχουμε πάντα ετεροπροσωπία και το υποκείμενο του απαρεμφάτου τίθεται σε αιτιατική.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Άσκηση 1.

Να εντοπίσετε τα απαρέμφατα στις παρακάτω προτάσεις και να αναφέρετε το είδος τους (ειδικό ή τελικό):

1.1. Ἐγὼ δ’ ἡγοῦμαι πάντας ἡμᾶς εἰδέναι.
1.2. Ὁμολογῶ λίαν εἶναι τολμηρός.
1.3. Ἐγὼ γὰρ ὀκνοίην μὲν ἂν εἰς τὰ πλοῖα ἐμβαίνειν.
1.4. Νῦν δὴ ἐκεῖνα δυνάμεθα κρίνειν.
1.5. Ἐμπρῆσαι τοὺς ὑπηρέτας ἐκέλευσεν.
1.6. Ἔφη τούτους πολεμίους εἶναι.

Άσκηση 2.

Να εντοπίσετε τα απαρέμφατα στις παρακάτω προτάσεις και να αναφέρετε τον συντακτικό τους ρόλο:

2.1. ‘Ράδιόν ἐστι τοῦτο ζητεῖν.
2.2. Τοῦτό ἐστι τὸ δίκαιον, ἀποδιδόναι ἑκάστῳ τὸ προσῆκον.
2.3. Τὸ κακῶς ποιεῖν ἐστιν ἀδικεῖν.
2.4. Δεῖ ὑμᾶς πράττειν ταῦτα.
2.5. Ἀρχὴν μὲν ταύτην ἐποιήσατο τῶν εὐεργεσιῶν, τροφὴν τοῖς δεομένοις εὑρεῖν.
2.6. Τὸ βλάπτειν ἑκόντα παρὰ νόμον ἐστὶ ἀδικεῖν.

Άσκηση 3.

Να εντοπίσετε τα υποκείμενα των απαρεμφάτων στις παρακάτω προτάσεις και να υποδείξετε πού υπάρχει ταυτοπροσωπία και πού ετεροπροσωπία:

3.1. Οὗτοι ἐθέλουσιν ὑπὲρ πατρίδος θνῄσκειν.
3.2. Φοβοῦμαι διελέγχειν σε.
3.3. Βυζάντιοι ξυνέβησαν εἶναι ὑπήκοοι.
3.4. Ἐπύθοντο αὐτὸν πορεύεσθαι ἐπὶ τὸ ἄστυ.
3.5. Οὗτος μαθήσεται μὴ ἐπιβουλεύειν τοῖς ἀσθενεστέροις.

Άσκηση 4.

Να εντοπίσετε τα απαρέμφατα του σκοπού και της αναφοράς στις παρακάτω προτάσεις:

4.1. Βῆ δ' ἰέναι κατὰ λαὸν Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων.
4.2. Ἦν Θεμιστοκλῆς ἄξιος θαυμάσαι.
4.3. Καὶ γὰρ ὁρᾶν στυγνὸς ἦν.
4.4. Ἠπείχθησαν μετασχεῖν τῶν κινδύνων.
4.5. Δημοσθένης ἦν δεινότατος λέγειν.